Biography

PHANTASMA-GO-RIA (TEXTS BY HARTWIG KNACK AND THOULI MISIRLOGLOU)

Text von Hartwig Knack

Κείμενο Θούλης Μισιρλόγλου
 

ΕΠΙΠΕΔΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ και ΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Η έννοια της ουτοπίας στη τέχνη της Αλεξάνδρας Μαράτη

 

Τα ζωγραφικά έργα και οι εγκαταστάσεις της Αλεξάνδρας Μαράτη αφηγούνται με συμβολικό τρόπο την ανθρώπινη ύπαρξη με όλες της τις αντιφάσεις, τις θετικές της ουτοπίες, τα παράδοξα, τις χαοτικές δομές της και ψυχικές της καταδύσεις. Η καλλιτέχνις ερευνά ζητήματα της ύπαρξης σχετικά με το πραγματικό και το φαντασιακό, την εξουσία και την αντιεξουσία, την εκμετάλλευση και τις προεκτάσεις της, τον πόλεμο και την καταστροφή, την απώλεια και την μοναξιά, τη φιλικότητα και τον αποκλεισμό, την απομόνωση και την ανωνυμία που βιώνουν οι άνθρωποι στον μολώχ των μεγαλουπόλεων.

 

Το οραματικό και το πραγματικό παίζουν στα έργα της έναν εξίσου σημαντικό ρόλο. Πρόκειται για αστικά τοπία, όπου δύσκολα γίνεται αντιληπτό, αν μας προσελκύουν ή μας απωθούν, αν βρίσκονται στο μακρινό μέλλον ή αν εμείς οι ίδιοι αποτελούμε μέρος της αναπαράστασης τους.

Ρομπότ, συχνά ακαθόριστης μορφής οχήματα και ιπτάμενα αντικείμενα εποικούν δυσδιάκριτους αρχιτεκτονικούς χώρους, οι οποίοι αφήνουν την αίσθηση μιας κρυσταλλικής διαφάνειας ή άλλοτε μιας βαριάς τούβλινης ή μεταλλικής κατασκευής.

Μέσα από τις κατασκευές αυτές οι χώροι επεκτείνονται και ταυτόχρονα τείνουν να εξαϋλωθούν.

Το παρόν και ένας άγνωστος επικείμενος χρόνος εμφανίζονται αυτοστιγμεί, εμπλέκονται μεταξύ τους για να αποχωριστούν άμεσα και πάλι.  

Η καλλιτέχνις αποδίδει στις κατασκευές της με τρόπο όχι προφανή, την επάνω και κάτω διάσταση, αποκαλύπτοντας χώρους πραγματικούς, νοητούς ή και εικονικούς.

Η ίδια σε συνομιλία αναφέρει: “οι μορφές της θέλει να παραμένουν κινούμενες και όχι στάσιμες αφού τα έργα ζωγραφίζονται και από τις τέσσερις πλευρές τους”.

Έτσι προκύπτουν εγκυβωτισμένα πεδία δράσης, μέρη σε κενό, επικαλυπτόμενες προοπτικές σύγχρονων αστικών τοπίων ή πιο περίπλοκων βιότοπων, οι οποίοι δημιουργούν πολύμορφους συσχετισμούς. Πρόκειται συγχρόνως για διαδραστικές εικόνες από διαφορετικές οπτικές γωνίες που προκαλούν είτε με τη σκέψη είτε με το συναίσθημα την εικόνα μιας προσδοκόμενης εξέλιξης.

Την απασχολεί επίσης, ως βασικό στοιχείο της ζωγραφικής σύνθεσης των έργων, η εμβάθυνση των επιπέδων στο χώρο.

Η εφαρμογή του πινέλου, του σπρέι χρώματος και των στένσιλ, που φτιάχτηκαν από την ίδια την καλλιτέχνη, δημιουργούν συχνά εντελώς διάφανες ακουαρελίστικες και άλλοτε πυκνές αδιαπέραστες χρωματικές επιφάνειες.

Η καλλιτέχνις δεν προτείνει κλασικές λύσεις προοπτικής για την προσέγγιση του χώρου. Ο παρατηρητής σχεδόν καλείται με έναν επαναλαμβανόμενο, οπτικά διαδραστικό τρόπο, να επαναπροσδιορίσει το στίγμα των έργων.

Συμπλέγματα σε σχήμα matrix που παραπέμπουν σε ευσταθή ή ετοιμόρροπα πολυώροφα κτίρια αντικρίζουν πορτοκαλί, μπλε ή αχνοπράσινα φωτισμένα ενεργειακά πεδία. Η συχνά ομιχλώδης και ανέλπιδη ατμόσφαιρα των έργων δεν αποτελεί μόνο φαντασιακή ουτοπική ματιά στο μέλλον αλλά και καθρέφτη της εποχής μας.

Εύκολα προσβάσιμοι εσωτερικοί χώροι στέκουν πλάϊ – πλάϊ  με μετέωρα καταφύγια, ιπτάμενα πολεμικά jets και οπλισμένες πλανώμενες μορφές, χωρίς προσανατολισμό, οι οποίες θυμίζουν φασματικές φιγούρες των comics.

Ένας χείμαρρος από σκηνές μέσα στον ίδιο πίνακα, επιτρέπει νέους συνειρμούς, μεμονωμένα ζωγραφικά στοιχεία επανεμφανίζονται με διαφορετικούς τρόπους στη μεταξύ τους σύνδεση.

Οι συσχετισμοί είναι τόσο εξατομικευμένοι, ώστε δεδομένη ανάγνωσή τους  δεν είναι εφικτή, και ο καθένας μας μπορεί να συμμετέχει στη διαδικασία της επινόησης και της συνέχισης του αφηγήματος.

Οι εικόνες κρύβουν αντίδραση ενάντια στην απειλή της βίας, του τρόμου, της οικολογικής καταστροφής και του πολέμου.

Η πραγματική ζωή μεταδίδεται στον καμβά με εικαστική επιτήδευση, η αλήθεια δυναμιτίζεται και προβάλλεται μέσω μιας αέναης κίνησης και συνεχόμενης εναλλαγής με τρόπο αμφίσημο. Κάθε λεπτομέρεια στα έργα εμφανίζεται ενεργειακά φορτισμένη. Ανάλογα με την οπτική γωνία αλλάζει η μορφή και το περιεχόμενο δομής και αντικειμένου. Συγκεκριμένα αρχιτεκτονικά σχήματα εναλλάσσονται σε οργανικούς χώρους, σε σπίτια με φοινικιές και καταπράσινους κήπους.

Το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο, η φωσφορίζουσα ομίχλη γεννά φαντάσματα και φως ενώ ταυτόχρονα εκπέμπει ανυπολόγιστη ενεργειακή ακτινοβολία. Άνθρωποι μετατρέπονται σε ανδροειδή, δημιουργούνται νέα κοινωνικά σχήματα, η αστική ζωή, ως οργανισμός, δεν μπορεί πια να ελεγχθεί.

Στην εποχή της παγκόσμιας μετανάστευσης, το επιδαπέδιο έργο με τον τίτλο BRIDGES  αποτελεί μαζί με τα ζωγραφικά έργα μια αυτόνομη εγκατάσταση στο χώρο, πιο επίκαιρη από ποτέ. Μια νοητή γέφυρα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση ως θετικό στοιχείο ελπίδας και εμπιστοσύνης στο μέλλον.

Κατοπτρικές πλάκες μαγνητικού ανοξείδωτου οικοδομούν μια γλυπτική κατασκευή με περισσότερα ευέλικτα δομικά στοιχεία, τα οποία εν μέρει επιφέρουν  εγκοπές τεχνικής laser με γεωμετρικά σχήματα. Αυτά θυμίζουν σχεδιαγράμματα ή συστήματα ράστερ των Μητροπόλεων.

Η πυραμιδοειδής κατασκευή, όπως και άλλα μέρη της εγκατάστασης, διασπώνται εννοιολογικά. Από τη μια πλευρά μοιάζει με φουτουριστικό οικοδόμημα ή θυμίζει σκηνικό πόλης που διακρίνονται από μια αίσθηση ψυχρότητας, αποξένωσης και ανωνυμίας. Από την άλλη η πυραμίδα απορροφά χρώμα και φως αντανακλώντας τον περιβαλλοντικό της χώρο ως μια εικόνα στο μέλλον με θετική αύρα.

Φωτεινά σχέδια και φωσφορίζουσες αποχρώσεις των έργων – ροζ, πορτοκαλί, μπλε, βιολετί, κίτρινο και πράσινο – αντικατοπτρίζονται σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη τροχιά.

Η ροή της ενέργειας από “κάτω προς τα πάνω” και αντίρροπα, διαχέει “αισθητικά”  μηνύματα ελπίδας.

Τα επιμέρους επίπεδα της πυραμίδας ακόμη, δημιουργούν αντικατοπτρισμό και συμβάλλουν στην παραμορφωτική προβολή των έργων επάνω τους, με τρόπο μυστήριο.  

Ένας βαθύτατα ρομαντικός στοχασμός: το καθρέφτισμα του Οικουμενικού στο Γήινο ή αλλιώς ένας δημιουργικός και γόνιμος διάλογος, η αντανάκλαση πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Hartwig Knack

Ιστορικός και Θεωρητικός Τέχνης
Επιμελητής Εκθέσεων

Φεβρουάριος 2019

 

Dimensionen, Perspektiven, Zuversicht

Aspekte der Utopie in der Kunst Alexandra Maratis

 

Alexandra Maratis Gemälde und installative Arbeiten sind narrative Sinnbilder des menschlichen Daseins mit all seinen Widersprüchen, positiven Utopien, Paradoxien, chaotischen Strukturen und Abgründen. Die Künstlerin thematisiert vieles, bis hin zu existenziellen Fragen nach Realität und Fiktion, Macht und Ohnmacht, Ausbeutung und Imperialismus, Krieg und Zerstörung, Verlust, Einsamkeit, Gastfreundschaft und Ausgrenzung, Vereinzelung und Anonymität des Menschen im Moloch der Großstädte.

 

Das Visionäre wie auch Wirkliche spielen ihren Arbeiten gleichermaßen nicht zu unterschätzende Rollen. Die Künstlerin zeigt uns meist urbane Szenerien, von denen wir nicht wissen, ob sie einladenden oder abweisenden Charakters sind, ob sie weit in der Zukunft liegen oder ob wir selbst Teil des Dargestellten sind. Roboter, nicht immer klar definierbare Fahrzeuge und Flugobjekte bevölkern unübersichtliche Architekturen, die in ihrem transparent-kristallinen, massiv-backsteinähnlichen oder metallischen Charakter wuchern und sich gleichzeitig aufzulösen scheinen. Die Gegenwart wie auch eine indifferente bevorstehende Zeit manifestieren sich in einem Augenblick, verschmelzen miteinander, um sich postwendend wieder voneinander zu separieren.

 

Die Künstlerin vermeidet es ihren Konstruktionen ein unmissverständliches Oben und Unten zu verleihen, wodurch sich offene virtuelle, tatsächliche oder gedankliche Räume eröffnen. Ihre Motive sollen „beweglich bleiben und nicht stagnieren“, sagt sie im Gespräch und ergänzt, dass sie ihre Bilder von allen vier Seiten her malt. So ergeben sich verschachtelte Wirkungsfelder, zerklüftete Sektoren, sich überschneidende Perspektiven moderner Stadtlandschaften oder komplexerer Biotope, die facettenreiche Assoziationsfelder bieten. Es handelt sich gleichsam um interaktive Bilder, die unterschiedliche Blickwinkel offerieren und einen Aufforderungscharakter haben, gedanklich oder emotional weiterentwickelt zu werden.

 

Überlegungen zur Darstellung des Raumes als Vertiefungsebenen sind ebenso wesentlicher Bestandteil der Bildkompositionen. Ihre Arbeit mit Pinsel, Spraylack und eigens gefertigten Schablonen lässt den Farbauftrag mal aquarellartig durchscheinend und mal undurchdringlich dicht erscheinen. Die Künstlerin bietet keine klassische zentralperspektivische Lösung an, um die Bildräume zu erschließen. Die Betrachter werden quasi angehalten ihren Standpunkt visuell aktiv immer wieder neu zu definieren. Matrixartigen Gitterstrukturen, die mal an solide, mal an einstürzende Hochhäuser denken lassen, stehen orangene, blaue oder punktuell in einem hellen Grün leuchtende Energiezentren gegenüber. Offen zugängliche Interieurs finden sich Seite an Seite mit schwebenden bunkerähnlichen Behausungen, fliegenden Kampfjets und orientierungslosen bewaffneten Figuren, die an auratisch umfangene Comicfiguren erinnern. Eine kaum zu überblickende Flut von Szenen innerhalb eines Gemäldes lässt permanent neue Zusammenhänge entstehen, die einzelnen Bildelemente treten immer wieder auf unterschiedliche Weise zueinander in Beziehung. Man verknüpft individuell, eine übergeordnete Leserichtung der Motive ist nicht gegeben, so dass jeder und jede am Prozess des Findens von Geschichten teilhaben, individuell ins Bild einsteigen und gemachte Entdeckungen weiterspinnen kann.

 

Die oft nebulöse und desperate Stimmung der Arbeiten ist aber nicht nur ein fiktionaler utopischer Blick in die Zukunft, sondern auch ein Spiegel unserer Zeit. Die Bilder sind immer auch als Reaktionen auf die Bedrohung des Lebens durch Gewalt, Terror, Umweltzerstörung und Krieg zu verstehen. Realität des Alltags vermittelt sich in der Künstlichkeit der Leinwände, Wirklichkeit wird in den Werken dynamisiert und stellt sich in rastloser Bewegung und ständigem Wandel ambivalent dar. Jedes Detail der Bilder scheint energetisch aufgeladen. Je nach Blickwinkel verändern Objekte und Strukturen ihre Erscheinungsform und Inhaltlichkeit. Konkrete Architekturen wechseln zu vegetabilen Orten, palmenumsäumten Häusern oder immergrünen Gärten. Privates wird öffentlich, phosphoreszierende Nebel schaffen Trugbilder und liefern Licht, geben aber gleichzeitig unkalkulierbare Strahlungsenergie ab, Menschen mutieren zu androiden Wesen. Neue gesellschaftliche Konstellationen entwickeln sich, urbanes Leben wird zu einem Organismus, der kaum noch zu kontrollieren ist.

 

In einer Zeit weltweiter Migration kann die Bodenarbeit mit dem Titel BRIDGES, die zusammen mit den Gemälden eine in sich geschlossene Rauminstallation bildet, kaum aktueller sein: Sie stellt eine fiktive Brücke zwischen Westen und Osten dar, die als positives Element Hoffnung und Vertrauen in die Zukunft vermittelt. Die aus spiegelnden Stahlmagnetplatten aufgebaute Plastik besteht aus mehreren flexiblen Modulen, in die mittels Laserstrahltechnik partiell geometrische Muster geschnitten wurden, welche an Grundrisse oder das Straßenrastersystem großer Metropolen erinnern. Der pyramidenförmige Teil der Bodenarbeit ist wie vieles andere der Installation in seinem Sinngehalt zerrissen. Einerseits lässt er an futuristische Wohnblocks oder an eine ganze Stadt denken, die ein beklemmendes Panorama einer durch soziale Kälte, gesellschaftliche Entfremdung und Anonymität bestimmten Welt bieten. Andererseits nimmt das pyramidale Konstrukt Licht und Farbe auf und reflektiert seine Umgebung als eine Art positives Zukunftsbild. Leuchtende Motive und phosphoreszierende Farben in den Gemälden – rosa, pink, orange, blau, violett, gelb und grün – entwickeln in der Spiegelung unvermittelt ein sich ständig veränderndes Eigenleben. Wie in einem Kräfteaustausch scheint die Energie als ästhetische Botschaft der Hoffnung von unten nach oben und umgekehrt zu pulsieren und zu fließen. Die einzelnen Stufen der Pyramide spiegeln sich zudem in sich selbst und konstituieren sich mit zum Teil verzerrten Projektionen der Gemälde als Bild auf geheimnisvolle Art und Weise immer neu. Ein zutiefst romantisches Gedankenspiel: Die Spiegelung des Universellen im Irdischen – oder anders: Ein schöpferischer, sich gegenseitig befruchtender Dialog, das Reflektieren auf die menschliche Existenz.

 

 

Hartwig Knack

Kunsthistoriker und Kulturwissenschaftler, Kurator

Februar 2019

 

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΘΟΥΛΗΣ ΜΙΣΙΡΛΟΓΛΟΥ

Το να γράφει κανείς για έργα σύγχρονης τέχνης σχεδόν τη στιγμή που δημιουργούνται εγκυμονεί πάντα κινδύνους: από μία άποψη επειδή το παρόν δεν μπορεί να προβληθεί ακόμη στην ιστορία και τη σχετική ασφάλεια της χρονικής (αλλά και ψυχικής) απόστασης. Από άλλη άποψη γιατί έτσι κι αλλιώς τα εικαστικά έργα δεν αποκωδικοποιούνται με τον τρόπο που θα ήθελε ενδεχομένως το κοινό. Εξηγούνται επακριβώς οι σύγχρονες εικαστικές αναπαραστάσεις; Σημαίνουν κάτι τόσο συγκεκριμένο που αυτή η ερμηνεία μπορεί να αποκλείει οποιαδήποτε άλλη; Από πού προκύπτει η εμπειρία του δημιουργού τους, αλλά και η εμπειρία που τελικά κατορθώνουν να αποτυπώσουν πάνω μας;

Στην περίπτωση της Αλεξάνδρας Μαράτη και των καινούριων έργων της, πρέπει μάλλον να αφεθούμε χωρίς δισταγμό στην αμηχανία που προκαλεί μια ακόμη τόσο νέα παραγωγή και μαζί να αφεθούμε και στο στενό περιθώριο που μας αφήνει η χρονική εγγύτητα. Με άλλα λόγια να αφεθούμε στην ατμόσφαιρα των έργων και στην προσπάθεια όχι τόσο να τα αποκωδικοποιήσουμε, όσο να διατυπώσουμε περισσότερα ερωτηματικά απ’ όσα ενδεχομένως επιτρέπει οποιαδήποτε προσπάθεια ερμηνείας, ακόμη κι αν αυτό μοιάζει επικίνδυνο. Η τέχνη εν γένει άλλωστε είναι μια πράξη που πραγματοποιείται εν κινδύνω ήδη από τη γέννησή της, μέσα από κάθε πίνακα και κάθε ξεχωριστό έργο. 

Τα έργα της Αλεξάνδρας Μαράτη μας το επιβεβαιώνουν. Όχι μόνο γιατί φανερώνουν πολλή και κοπιώδη χρωματική και συνθετική μελέτη, αλλά και γιατί οι ίδιες οι αναπαραστάσεις της συντελούνται μέσα σε ένα περιβάλλον κινδύνου. Σκοτεινές χρωματικές παλέτες, άνθρωποι-μηχανές, οχήματα σκληρής μεταλλικής δομής, έντονες αντιπαραθέσεις σκιάς-φωτός. Πρόκειται για ένα είδος φουτουριστικής εμπόλεμης ζώνης; Αν συμφωνήσει κανείς σ’ αυτή την ψυχολογική περισσότερο, και όχι αναλυτική, υπόθεση, ήδη φτάνει σε μια ερμηνεία η οποία βασίζεται στην εικόνα, στην εικονογραφία και τη συνολική διαχείριση των μέσων της ζωγραφικής. Αν μιλήσει κανείς περισσότερο σε σχέση με τη συνθετική δομή, λαμβάνοντας βεβαίως ξανά υπόψη τις καθαρά ζωγραφικές ποιότητες των έργων, μπορεί να μιλούσε ταυτόχρονα για ένα είδος τεκτονικών (ζωγραφικών) πλακών. Συναιρώντας κατά κάποιο τρόπο τα δύο, τα έργα λειτουργούν ως ταξίδι σ’ έναν απροσδιόριστο χωροχρόνο, άρα στο φαντασιακό και εν ολίγοις στη σχεδόν μυστικιστική ανθρωπογεωγραφία. Αυτό που βλέπουμε αναγνωρίζεται στενώς εικονιστικά, όμως κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά τι τελικά συμβαίνει.

Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν έλεγε ότι ο κινηματογράφος, όταν δεν είναι ντοκουμέντο, είναι όνειρο. Ευτυχώς στη ζωγραφική έτσι κι αλλιώς ντοκουμέντο δεν υπάρχει. Έτσι το συγκεκριμένο είδος διασώζει τη μαγεία του, το όνειρο, τη δυνατότητα να ζω-γραφίζεται, να αναπαρίσταται δηλαδή και το αδύνατο, το σχεδόν μη αναπαραστάσιμο. Ο φανταστικός κόσμος της Αλεξάνδρας Μαράτη, κινηματογραφικός σε μεγάλο βαθμό, είναι μια επινόησή της από το «πουθενά» που έρχεται «εδώ», ένα μάλλον δυστοπικό σύμπαν, τεχνικώς άρτιο και μελετημένο, το οποίο γίνεται οθόνη προβολής: σκηνικών επεισοδίων, οραμάτων, μυθιστορίας, φόβων και μάλλον και του εξορκισμού τους. Δεν σου θυμίζει τίποτα που ήξερες και ίσως έχεις ξεχάσει, αντίθετα σου θυμίζει εκείνο που μπορείς μόνο να φανταστείς. Για ένα σενάριο που γράφει η ίδια και περιμένει τους νέους πρωταγωνιστές του. Εμάς.

 

Θούλη Μισιρλόγλου

Ιστορικός τέχνης

Διευθύντρια MOMUS Thessaloniki

Αύγουστος 2018

 

Share this: on Facebook